- περίτριχος
- -η, -ο, Ν1. (για βακτήρια) αυτός που έχει ομοιόμορφη κατανομή τών μαστιγίων σε ολόκληρη την επιφάνεια τού κυττάρου2. (για πρωτόζωα) αυτός που έχει βλεφαρίδες διατεταγμένες σπειροειδώς γύρω από την περιστοματική ζώνη3. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα περίτριχατάξη κυπελλόμορφων βλεφαριδοφόρων πρωτοζώων, που ζουν τόσο σε γλυκά όσο και σε αλμυρά νερά, με 1.000 και πλέον είδη.[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. περίτριχα είναι αντιδάνειος, πρβλ. αγγλ. peritricha (< περι-* + -τριχος < θρίξ, τριχός) και μαρτυρείται από το 1892 στο περιοδικό Προμηθεύς].
Dictionary of Greek. 2013.